Τρεις καθηγητές Οικονομικών μιλούν στον «Χ» για το οικονομικό έτος 2023, εκφράζουν επιφυλάξεις και μεταφέρουν προτάσεις. Δ. Χιόνης: Μείωση φόρων και ανακατεύθυνση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης στην ελληνική κοινωνία. Π. Γκόγκας: Το θέμα δεν είναι να γίνουν οι πλούσιοι… πλουσιότεροι αλλά να στηριχθούν οι μικροί και μεσαίοι. Δ. Μάρδας: Χρηματοδοτικά εργαλεία υπάρχουν, το ζήτημα είναι οι επιλογές που σχετίζονται με τη χρήση τους.
Η επιβράδυνση της ανάπτυξης και του πληθωρισμού θα είναι, σύμφωνα με τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών και των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι δύο βασικές εξελίξεις που θα «σφραγίσουν» την ευρωπαϊκή και την ελληνική οικονομία το νέο έτος. Οι αυξήσεις των τιμών συγκράτησαν το 2022 την κατανάλωση και αναμένεται να την επιβραδύνουν περισσότερο το 2023. Παράλληλα, οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, οι οποίες θα συνεχισθούν και το 2023, αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά τόσο την κατανάλωση όσο και τις επενδύσεις.
Με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της, τις οποίες κατέγραψε το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτίμησε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα ξεφύγει οριακά από την ύφεση το 2023, προβλέποντας μία αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) κατά μόλις 0,3% έναντι αύξησης 3,2% το 2022. Για τη γερμανική οικονομία, τη μεγαλύτερη της Ευρωζώνης, προβλέπει μάλιστα ότι δεν θα αποφύγει την ύφεση. Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί αλλά να παραμείνει σε αρκετά υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα στο 6% σε μέσα επίπεδα από 8,5% το 2022, καθώς οι αυξήσεις τιμών έχουν διαχυθεί σε όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομία.
Ανάπτυξη; Και εάν ναι, για ποιους;
Για την Ελλάδα, τόσο η Κομισιόν όσο και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας & Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναμένουν επίσης σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης, η οποία όμως θα παραμείνει θετική και αρκετά υψηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Βασικοί μοχλοί της ανάπτυξης αναμένεται να είναι οι επενδύσεις, με τις δράσεις του Ταμείου Ανάπτυξης & Ανθεκτικότητας να είναι σε πλήρη εξέλιξη, καθώς επίσης οι εξαγωγές, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις. Θετικά θα συμβάλουν επίσης τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης –όπως οι φορολογικές ελαφρύνσεις, η επιδότηση της τιμής του ρεύματος και άλλα– τα οποία έχουν ενσωματωθεί στον κρατικό προϋπολογισμό.
Τί σημαίνει όμως ανάπτυξη, ποιους και πόσο τελικά αφορά, σύμφωνα με τον ελληνικό προϋπολογισμό 2023 και τη στόχευση του Ταμείου Ανάκαμψης στη χώρα μας; Σε αυτό το ερώτημα τοποθετούνται τρεις γνωστοί οικονομολόγοι μιλώντας στον σημερινό «Χ», εκφράζοντας σαφείς επιφυλάξεις και μεταφέροντας προτάσεις.
Μόνιμες λύσεις, προτείνει ο Δ. Χιόνης
Τα μόνιμα προβλήματα χρειάζονται μόνιμες λύσεις, προτείνει ο καθηγητής Οικονομικών ΔΠΘ Διονύσης Χιόνης, ο οποίος πάντως ξεκίνησε… με τις ευχές του για το 2023, ευχόμενος «να μειωθεί ο πληθωρισμός σε ανεκτά και διαχειρίσιμα επίπεδα, να δούμε επιτέλους τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης που να επενδυθούν στην ελληνική κοινωνία και να συμβάλλουν ουσιαστικά στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, και να τα δούμε (τα έργα) κάποια στιγμή να ολοκληρώνονται» αλλά και την τοπική ευχή το 2023 η Ροδόπη να βρει χρηματοδότηση για την κατασκευή του αρδευτικού φράγματος ποταμού Κομψάτου.
Στην οικονομική ανάλυση του τρέχοντος έτους τώρα, παρατηρεί πως «το 2023 έχει πολλές προκλήσεις» κι εκτιμά πως «θα είναι ένα πολύ δύσκολο οικονομικά έτος, γιατί οι προκλήσεις που έχει μπροστά της η ελληνική οικονομία είναι τεράστιες σε μία εποχή μεγάλης αβεβαιότητας». Με δεδομένα ότι το 2023 είναι έτος εκλογών, συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία κι οι ελληνικές τράπεζες συσφίγγουν τους χειρισμούς τους, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μόνιμες λύσεις. «Εάν θεωρήσουμε ότι ο πληθωρισμός είναι ένα παροδικό φαινόμενο, αναπτύσσουμε παροδικά κι έκτακτα μέτρα όπως τα επιδόματα, αλλά εάν θεωρούμε ότι ο πληθωρισμός θα εξελιχθεί σε όλη τη διάρκεια του 2023, τότε δεν αρκούν αυτά τα μέτρα. Αλλά πρέπει να πάμε σε μειώσεις έμμεσων και άμεσων φόρων, ώστε να μειωθούν οι τιμές» προτείνει ο οικονομολόγος, εξηγώντας πως η κατεύθυνση είναι θέμα πολιτικής απόφασης.
Ο κος Χιόνης αναγνωρίζει πως η ελληνική οικονομία δεν αντέχει έναν ακόμη δημοσιονομικό εκτροχιασμό, ωστόσο όπως σημειώνει προτεραιότητα πρέπει να είναι η στήριξη της ελληνικής κοινωνίας, κάτι που μεταφράζει σε μείωση φόρων ή/και ανακατεύθυνση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Για να επιτευχθούν αυτά υπάρχει ακόμη χρόνος μέσα στο 2023, σύμφωνα με τον καθηγητή.
Τι φτάνει στους πολίτες, διερωτάται ο Π. Γκόγκας
Το σημαντικό δεν είναι να γίνονται μεγάλες επενδύσεις, αλλά «τι φτάνει τελικά στα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, που είναι το 90%» είναι η θέση του καθηγητή Οικονομικών ΔΠΘ Περικλή Γκόγκα. Στόχος, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν είναι να γίνονται οι πλούσιοι… πλουσιότεροι, αλλά να στηριχθούν τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα που «αντιμετωπίζουν σημαντικά πλέον προβλήματα για την επιβίωσή τους».
Ως παράδειγμα μεγάλων επενδύσεων, που όμως δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα μείωσης προς όφελος των πολλών, έφερε τις εταιρίες ενέργειας, όπου «ιδιωτικές επιχειρήσεις παράγουν ενέργεια και κυριολεκτικά βγάζουν δισεκατομμύρια, αλλά βλέπουμε τι σήμαινε αυτό για το 90% του πληθυσμού, δηλαδή πόσο χειρότερα είναι τα πράγματα» όπως σημείωσε και ξεκαθάρισε ότι σε αυτό δεν είχε σχέση ο πόλεμος ή κάποια άλλη διεθνής συγκυρία.
Ο Περικλής Γκόγκας δεν δηλώνει ιδιαίτερα αισιόδοξος για το 2023, γιατί αν και βλέπει πως υπάρχουν χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως υπήρχαν πάντα, στέκεται στο που κατευθύνονται αυτά, όχι δηλαδή στα κοινωνικά στρώματα και τις επιχειρήσεις της μεγάλης πλειοψηφίας, δηλαδή μικρά/ές και μεσαία/ες. Ως παράδειγμα έφερε ότι η μεσαία πόσο δε μάλλον η κατώτερη τάξη δεν μπορούν πλέον να αποταμιεύσουν χρήματα ή ακόμη περισσότερο να αγοράσουν μία κατοικία. Αντιθέτως, προσπαθούν μόνο να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες της καθημερινότητας, όπου οι επιδοτήσεις της κυβέρνησης είναι «ασπιρίνες και σταγόνα στον ωκεανό μέσα σε όλα όσα συμβαίνουν». Στέκεται, τέλος, στο ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τα τελευταία δύο χρόνια στη χώρα μας έχει διευρυνθεί η ανισότητα στην κατανομή εισοδήματος.
Δ. Μάρδας: Το 2023 «παράδεισος» σε σχέση με το 2024
Μία λίγο διαφορετική ανάγνωση των πραγμάτων έκανε ο Δημήτρης Μάρδας, καθηγητής Οικονομικών ΑΠΘ και πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, βλέποντας… στο 2024. «Το 2023 θα είναι “παράδεισος” σε σχέση με το 2024, γιατί δεν μπορούμε να βλέπουμε μόνο τι γίνεται φέτος» παρατηρεί κι εξηγεί: «έχουμε έναν προϋπολογισμό που είναι σχετικά άνετος, με την έννοια ότι η εποπτεία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι χαλαρή, αλλά το 2024 θα είναι πάρα πολύ σκληρή και σφιχτή».
Μάλιστα, ο καθηγητής παρατηρεί «μία μορφή σπατάλης» στον κρατικό προϋπολογισμό 2023, υποστηρίζοντας ότι θα μπορούσε να γίνει πολύ πιο συνετή διαχείριση στα ταμεία, ώστε «να κρατάμε κάποιες ρεζέρβες για το 2024, κάτι που δεν έχει γίνει στον φετινό προϋπολογισμό».
Και ο Δημήτρης Μάρδας συμφωνεί πως υπάρχουν χρηματοδοτικά εργαλεία, με βασικό το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, αλλά το ζήτημα είναι οι πολιτικές επιλογές κατανομής τους, που σύμφωνα με τον ίδιο «δεν είναι αυτές που πρέπει». Ως παράδειγμα έφερε τον τουρισμό, αναγνωρίζοντας μεν ότι είναι το ισχυρό πλεονέκτημα της χώρας, αλλά προσθέτοντας πως πρέπει να στηρίζονται εξίσου κλάδοι όπως η βιομηχανία «όπου πονάμε» όπως λέει και η γεωργία. Θύμισε, τέλος, ότι ακόμη και στα μνημόνια τα χρήματα δόθηκαν ως βοήθεια… στις τράπεζες, όχι στους πολίτες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης πρέπει να πέσουν στην πραγματική αγορά και την ελληνική κοινωνία.
{Πηγή δημοσίευσης: https://xronos.gr/, του Διονύση Βοργιά, 4/1/2023}