Μετά την παραίτηση του Πάνου Καμμένου από την κυβέρνηση, ψήφο εμπιστοσύνης ζητάει ο Αλέξης Τσίπρας, με τις πολιτικές εξελίξεις να τρέχουν ραγδαία. Σύνταγμα και Κανονισμός της Βουλής αποτυπώνουν το πλαίσιο της πρότασης εμπιστοσύνης.
Το πλαίσιο είναι ξεκάθαρο και δεν χωρούν παρερμηνείες για το πότε, το πως και με ποιο αποτέλεσμα μια κυβέρνηση έχει εμπιστοσύνη της εθνικής αντιπροσωπείας προκειμένου να μην ανακοπεί ο βίος της, πότε δεν έχει τη δεδηλωμένη, πότε χάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής.
Με ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ξεκινά σήμερα το πρωί στις 10 η συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ενώ η συζήτηση θα ολοκληρωθεί το βράδυ της Τετάρτης με την ονομαστική ψηφοφορία. Την συγκεκριμένη απόφαση πήρε η Διάσκεψη των Προέδρων μετά από συνεδρίαση κατά την οποία ανέβηκαν οι τόνοι, καθώς η αντιπολίτευση ζήτησε η συζήτηση να κρατήσει τρεις μέρες, σε αντίθεση με την εισήγηση του Νίκου Βούτση.
Ο Νίκος Βούτσης εισηγήθηκε η συνεδρίαση να ξεκινήσει σήμερα Τρίτη νωρίς το απόγευμα και να ολοκληρωθεί την Τετάρτη το βράδυ. Η τελική απόφαση ήταν η συζήτηση να κρατήσει δύο μέρες, αλλά να επιμηκυνθεί η χρονική της διάρκεια αρχίζοντας από το πρωί της Τρίτης.
Τι σημαίνει η εκκίνηση των διαδικασιών για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης και ποιες οι νομικές προεκτάσεις, αναλύει στο ράδιο Χρόνος 87,5fm ο Άλκης Ν. Δερβιτσιώτης αν. καθηγητής Νομικής Σχολής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των 75 βουλευτών, ο κος Δερβιτσιώτης εξήγησε “είναι το 1/4 του συνολικού αριθμού των βουλευτών η κατώτερη δυνατή πλειοψηφία κατά την νομοθετική λειτουργία και μόνο”.
Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση, είπε “το άρθρο 84 ζητά από κάθε νεοσχηματισμένη κυβέρνηση και νεοσχηματίζεται μία κυβέρνηση κατά δύο τρόπου, μία φορά αμέσως μετά τις εκλογές και οποτεδήποτε άλλοτε ανασυντίθεται. Κάθε φορά που μία κυβέρνηση ανασυντίθεται τότε πρέπει κατά το άρθρο 84 να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης. Κατά το άρθρο 84 υπάρχουν δύο πλειοψηφίες κατά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, είναι η λεγόμενη πλειοψηφική εκδοχή, οπότε μία κυβέρνηση έχει τουλάχιστον 151 υποστηρικτές και κατά την παράγραφο 6 είναι δυνατόν να έχουμε την μειοψηφική εκδοχή, δηλαδή οι υποστηρικτές της κυβέρνησης κατά κατώτατο όριο να είναι 120 υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι πλειοψηφία, δηλαδή 120 ναι, 119 όχι και 61 βουλευτές που απομένουν θα έχουν απόσχει της ψηφοφορίας, δεν θα ψηφίζουν 61. Τότε σε αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 84, έχουμε κυβέρνηση, η οποία βασίζεται σε 120 βουλευτές. Το ότι αυτή η κυβέρνηση είναι πολιτικά ανίσχυρη και είναι στην διάθεση των 61 βουλευτών, που μπορούν να επιστρέψουν όποτε θέλουν δεν ενδιαφέρει νομικά. Ενδιαφέρει μόνο να έχουμε μια ελάχιστη πλειοψηφία που θα συμπράττει στις κυβερνητικές επιλογές”.
Η εμπιστοσύνη της Βουλής, συνέχισε ο αναπληρωτής καθηγητής, δεν τεκμαίρεται, πρέπει να επαληθευτεί. “Στο παράδειγμα που έχουμε η κυβέρνηση οφείλει να ζητήσει από την βουλή ψήφο εμπιστοσύνης και δεν είναι καθόλου δουλειά της αντιπολίτευσης να κάνει πρόταση δυσπιστίας. Είναι υποχρέωση της κυβέρνησης, διότι εδώ είχαμε μια συμμαχική κυβέρνηση με συμμαχική πλειοψηφία. Το ένα κόμμα και μερικοί από τους βουλευτές του αποχώρησαν. Αν ανοίξουμε το σύνταγμα στο άρθρο 81 και 82 θα δούμε ότι η κυβέρνηση είναι το αποφασίζων όργανο, προτείνει, ασκεί και εφαρμόζει την γενική πολιτική της χώρας. Είναι άλλο πράγμα η γενική πολιτική της χώρας να έχει διαμορφωθεί από ένα κόμμα με μονοκομματική πλειοψηφία στη Βουλή και άλλο πράγμα να ασκείται η γενική πολιτική της χώρας με εκατέρωθεν αμοιβαίες υποχωρήσεις των δυο συμμάχων, να έχει διαμορφωθεί από δυο κόμματα. Άπαξ και αποχωρήσει το ένα κόμμα, το εναπόμειναν κόμμα ποιά γενική πολιτική θα εφαρμόσει; Πρέπει να την επαναπροτείνει. Θα πρέπει το εναπόμειναν κυβερνητικό κομμάτι να ανασυνθέσει την πολιτική στη βάση των νέων συμμαχιών που θα βρει. Αυτή την νέα γενική πολιτική που θα βρει θα πρέπει να την παρουσιάσει στη Βουλή, ζητώντας την εμπιστοσύνη της Βουλής”.
Αναφορικά με το τι ισχύει για όσους θέλουν να παράσχουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ακόμη και αν δεν ανήκουν στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ο κος Δερβιτσιώτης λέει “όποιος βουλευτής του οποιοδήποτε κόμματος, που δεν ανήκει στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί να στηρίξει την κυβέρνηση, είναι απολύτως ελεύθερος να το πράξει με την μόνη προϋπόθεση ότι θα έχει παραιτηθεί από την κοινοβουλευτική ομάδα με την οποία εξελέγη και στην οποία ανήκε. Η δημόσια δήλωση σύμφωνα με το σύνταγμα δεν μετρά. Θα πρέπει κατά την στιγμή της ψηφοφορίας στην διαδικασία στην πρόταση της εμπιστοσύνης να ψηφίσουν υπέρ των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης που θα πρέπει να ξαναγίνουν επειδή θα πρέπει να ανασυντεθεί η γενική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση. Αν ένας βουλευτής ανήκει σε ένα κόμμα και ψηφίσει την κυβέρνηση ενός άλλου κόμματος χωρίς να έχει ανεξαρτητοποιηθεί από το κόμμα που ανήκε δημιουργεί υπόνοια συναλλαγής”.
Με βάση την επικαιρότητα, η αποχώρηση των Ανεξάρτητων Ελλήνων από την κυβέρνηση δεν σημαίνει κάτι με βάση το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, εφόσον η κυβέρνηση συνεχίζει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Είναι ζήτημα πολιτικό και όχι ένα ζήτημα συνταγματικής ερμηνείας.
Η κυβέρνηση μπορεί να συνεχίσει ως κυβέρνηση ανοχής. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός όμως έχει θέσει τον πήχη στις 151 ψήφους για την εμπιστοσύνη.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε την περασμένη Τετάρτη, στον Open, είπε πως δεν του αρκεί ψήφος ανοχής, δηλαδή δεν του αρκεί αποτέλεσμα μεταξύ 120 και 150 θετικών ψήφων αλλά θέλει να εξαντλήσει την κυβερνητική θητεία με τη στήριξη 151 βουλευτών τουλάχιστον, δηλαδή με απόλυτη πλειοψηφία, γιατί αναγνωρίζει πως υπάρχει πολιτικό ζήτημα με κάτω από 151 ψήφους.
{Πηγή δημοσίευσης: https://www.xronos.gr/, του Δήμου Μπακιρτζάκη, 15/1/2019}