Σε πείσμα όλων όσων το αντιμετωπίζουν σαν έκθεμα σε μουσείο, το Πολυτεχνείο παραμένει ένα ανοιχτό στοίχημα
Πάντα υπάρχει ένα παράδοξο με το Πολυτεχνείο.
Δεν είναι απλώς ότι τιμάμε και θυμόμαστε ένα ιστορικό γεγονός, την εξέγερση που συνέβαλε αποφασιστικά στην πτώση της δικτατορίας.
Είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε την εξέγερση του Πολυτεχνείου ως αφορμή να μιλήσουμε για το σήμερα.
Δεν κάνουμε απλώς εκδηλώσεις. Ούτε παρελάσεις.
Διαδηλώσεις κάνουμε, μαζικές και δυναμικές.
Αυτό σημαίνει ότι κάπου νιώθουμε τον Νοέμβρη επίκαιρο.
Όμως, πώς μπορεί να είναι επίκαιρη μια εξέγερση που έγινε σχεδόν 50 χρόνια πριν;
Σε τελική ανάλυση ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ από τότε.
Το 1973, υπήρχε ακόμη η Σοβιετική Ένωση. Μεγάλα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα ήταν ενεργά. Ακόμη και στη Δυτική Ευρώπη συζητούσαν για ανατροπές και τον σοσιαλισμό.
Λίγα χρόνια πριν ο Μάης του 1968 είχε οδηγήσει σε ένα παγκόσμιο κίνημα ριζοσπαστισμού, ενώ η Κούβα ήταν ακόμη μια νεαρή επανάσταση και το Βιετνάμ έστελνε το μήνυμα ότι μπορεί ένα λαός να υψώσει το ανάστημά του απέναντι στους Αμερικάνους.
Η χώρα μας ήταν ακόμη στη σκληρή μετεμφυλιακή συνθήκη και άλλωστε και η Χούντα σηματοδότησε την προσπάθεια εκείνων των κέντρων εξουσίας που σφυρηλατήθηκαν στον Εμφύλιο να ανακόψουν την πορεία προς μια πραγματική δημοκρατία.
Σήμερα ο κόσμος είναι πολύ διαφορετικός.
Όμως, οι αξίες, τα ιδανικά και τα οράματα έχουν το δικό τους χρόνο και τη δική τους δυναμική.
Επιμένουν ξεροκέφαλα να αντιστέκονται και να μας θυμίζουν ότι δεν μπορούμε να σταματήσουμε να πιστεύουμε ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει.
Γιατί το Πολυτεχνείο δεν ήταν μόνο η εξέγερση, ο ηρωισμός, οι νεκροί του.
Δεν ήταν καν μόνο αυτοί που το έκαναν, τόσο οι «πρωταγωνιστές» όσο και οι ανώνυμοι.
Δεν είναι μόνο η «γενιά του Πολυτεχνείου», που κυριάρχησε σε πολλές όψεις της ζωής της χώρας, αλλά αποσύρεται.
Το Πολυτεχνείο ήταν ένα ιστορικό ρήγμα.
Μια εισβολή του αγώνα στο προσκήνιο, ένα αίτημα αλλαγής και χειραφέτησης πρωτόγνωρο για εκείνη τη στιγμή, η απαίτηση για τη μεγάλη ανατροπή που σήμαινε η διεκδίκηση της «εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας».
Λέξεις που δεν ήταν κούφια λόγια, αλλά εξέφραζαν την ανάγκη απαλλαγής από όλους τους εξωτερικούς και εσωτερικούς μηχανισμούς που κρατούσαν τη χώρα σε μια ρότα βαθιάς αυταρχικής οπισθοδρόμησης.
Ίσως να είναι αυτό το χνάρι μιας εξέγερσης με οράματα που δεν χώρεσαν στο πώς διαμορφώθηκε η μεταπολιτευτική Ελλάδα που εξηγεί γιατί τόσες γενιές, σε άλλες εποχές και άλλες συνθήκες αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στην εικόνα των φοιτητών που αψηφούν το τανκ στην πύλη του Πολυτεχνείου.
Γιατί πολλά μπορούν να συμβούν σε μια χώρα και σε μια κοινωνία.
Όμως, την ανάγκη και την ελπίδα δεν μπορείς να τη σκοτώσεις.
Ιδίως όταν η πραγματικότητα καμιά σχέση με οράματα και ιδανικά δεν έχει.
Γιατί τότε έχουν πάντα αξία οι στίχοι του Δώρου Λοΐζου, του Κύπριου ποιητή και αγωνιστή που δολοφόνησαν οι φασίστες της ΕΟΚΑ Β’ τον Αύγουστο του 1974.
Μα εγώ θα ξαναρίξω τα μαλλιά μου πίσω
θα ξαναφορέσω το ματωμένο πρόσωπο ανάποδα
και θα βγω στους δρόμους και στις πλατέες
με ντουφέκια, φωνές, με συνθήματα…
Να διεκδικήσω Ψωμί και Ελευθερία
{Πηγή δημοσίευσης: https://www.in.gr/, του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου, 17/11/2022}