Οταν την περασμένη Κυριακή ο Κυριάκος Μητσοτάκης πέρασε την πόρτα της επίσημης θερινής κατοικίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η συνάντηση των δύο ανδρών ξεκίνησε με μια ξενάγηση στους χώρους της Βίλας Χουμπέρ.
Η κίνηση του τούρκου προέδρου να δείξει στον έλληνα Πρωθυπουργό από το παράθυρο της μεγάλης σάλας την όμορφη θέα στον Βόσπορο και τις γέφυρες που συνδέουν το ευρωπαϊκό με το ασιατικό κομμάτι της Κωνσταντινούπολης, αν και έγινε για να σπάσει ο πάγος, είχε και τα νοήματά της. Κι αυτό γιατί η κατοικία είναι χτισμένη στα Θεραπειά, μια συνοικία λίγα χιλιόμετρα έξω από την Πόλη, στην ευρωπαϊκή ακτή των στενών του Βοσπόρου με πλούσια ιστορία και άρωμα Ρωμιών.
Το όνομα της περιοχής έχει περάσει στη σύγχρονη λαϊκή παράδοση μέσα από το μικρασιάτικο τραγούδι «Εχει γεια πάντα γεια» ή «Παναγιά». Οι στίχοι «Εχε γεια, Παναγιά, τα μιλήσαμε, όνειρο ήτανε, τα λησμονήσαμε/ Γεντί Κουλέ και Θεραπειά, Ταταύλα και Νιχώρι, αυτά τα τέσσερα χωριά ‘μορφαίνουνε την Πόλη» μαζί με τις μελωδίες του χασαποσέρβικου, προδίδουν τη στενή σχέση της με τον Ελληνισμό.
Η τοποθεσία πήρε το πρώτο της όνομα «Φαρμακέα» ή «Φαρμακία» από το δηλητήριο το οποίο κατά τη μυθολογία έριξε η Μήδεια στη θρακική ακτή. Θεραπειά ονομάστηκε από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αττικό τον 5ο αιώνα μ.Χ., ο οποίος σύμφωνα με το «Λεξικόν Ιστορίας και Γεωγραφίας» των Βουτυρά και Καρύδη «αυτόσε τας συνάξεις ποιούμενος, ίνα μη δυσφημώ ονόματι ονομάζει τον τόπον Θεραπείαν ωνόμασε κατά τον Σωκράτην τον Σχολαστικόν».
Κατά τους Τούρκους, η ονοματοδοσία οφείλεται στον σουλτάνο Σελίμ Β’, ο οποίος ζήτησε από τον μεγάλο βεζίρη να χτίσει εκεί ένα παλάτι για να περνάει τα καλοκαίρια του, το οποίο βάφτισε Terabiye, δηλαδή ευχαρίστηση.
Τον 17ο και τον 18ο αιώνα, τα Θεραπειά ήταν κατά βάση ρωμαίικο χωριό με περίπου 800 σπίτια και μικρή παρουσία μουσουλμάνων και Αρμενίων. Ο αυξανόμενος ελληνικός πληθυσμός αναβάθμισε την ευρύτερη γεωγραφική ζώνη, καθιστώντας τη σημαντικό οικισμό στην ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου. Λόγω του καλού κλίματος, οι Φαναριώτες και οι εύποροι παράγοντες της ελληνικής κοινότητας διάλεγαν τα Θεραπειά για κατοικία.
Πολλές ισχυρές οικογένειες όπως αυτές των Υψηλάντη, Μαυροκορδάτου, Καραθεοδωρή και Σούτσου μαζί με ξένους πρεσβευτές, εβραίους μεγαλεμπόρους και Αρμενίους έχτισαν τα εξοχικά τους στα Θεραπειά, μετασχηματίζοντάς τα σε θέρετρο της άρχουσας ρωμαίικης τάξης της Κωνσταντινούπολης, γνωστό επίσης ως «θερινό Φανάρι» σύμφωνα με τον Σκαρλάτο Βυζάντιο.
Παράλληλα με την οικιστική τους ανάπτυξη, τα Θεραπειά εξελίχθηκαν σε εκπαιδευτικό κέντρο που στην περίοδο της ακμής του φιλοξενούσε τρία ελληνορθόδοξα εκπαιδευτήρια. Το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 συμπαρέσυρε όμως και την περιοχή όπου μεγάλο μέρος του οικισμού πυρπολήθηκε και αρκετές από τις επαύλεις των Φαναριωτών δημεύτηκαν για να καταλήξουν τελικώς σε ξένα χέρια. Παρ’ όλα αυτά, οι αρχές του 20ού αιώνα βρήκαν την περιοχή να διατηρεί ακόμα την αίγλη της ως ένας από τους πλέον αριστοκρατικούς συνοικισμούς της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Χριστόφορου Χρηστίδη, το 1955 η κοινότητα των Θεραπειών αποτελούνταν από 144 οικογένειες με εξατάξιο δημοτικό σχολείο, σχολικό συσσίτιο, φιλόπτωχο αδελφότητα και βέβαια έναν δραστήριο αθλητικό σύλλογο.
Με τα Δεκεμβριανά, ωστόσο, η κλεψύδρα του ελληνικού στοιχείου της περιοχής άρχισε ν’ αδειάζει. Το μητροπολιτικό μέγαρο πυρπολήθηκε ενώ λεηλατήθηκε ο μητροπολιτικός ναός του Αγίου Γεωργίου, χτισμένος το 1796, ο οποίος τελικώς κατεδαφίστηκε το 1958 ώστε να οικοδομηθεί το ξενοδοχείο Ταράμπια. Τα επόμενα χρόνια, η όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά κυρίως τα αντιμειονοτικά μέτρα που υιοθετήθηκαν από τις Αρχές έφερε σοβαρή μείωση της ελληνικής κοινότητας. Το δημοτικό σχολείο έκλεισε το 1985 λόγω έλλειψης μαθητών και πλέον υπολογίζεται ότι στην περιοχή έχουν απομείνει περίπου 50 Ρωμιοί, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι.
Σήμερα τα Θεραπειά φημίζονται για τα εστιατόρια με θαλασσινά, τα μπιστρό και τα νυχτερινά κέντρα που έχουν κατακλύσει τις όχθες του Βοσπόρου. Ανάμεσά τους διακρίνονται ακόμα κάποια σημαντικά κτίρια όπως η Πολιτιστική Ακαδημία Θεραπειών, πρώην θερινή κατοικία της Γερμανικής Πρεσβείας, το Γιαλί (παραλιακό κτίσμα) του ευεργέτη Χρηστάκη Ζωγράφου και το Γιαλί της οικογένειας Υψηλάντη που αργότερα έγινε θερινή κατοικία της Γαλλικής Πρεσβείας. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι η Βίλα Χουμπέρ, που χρησιμοποιείται σήμερα ως η θερινή προεδρική κατοικία στην Κωνσταντινούπολη.
Κομψοτέχνημα
Η συγκεκριμένη βίλα, αποτελεί αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα της αρτ νουβό του 19ου αιώνα. Πρώτοι ιδιοκτήτες ήταν οι αδερφοί Χουμπέρ, μεσίτες όπλων που αντιπροσώπευαν τις γερμανικές εταιρίες Mauser και Krupp. Οι ίδιοι επέλεξαν να χτίσουν το επιβλητικό κτιριακό συγκρότημα στην περιοχή όχι μόνο λόγω του χαρακτήρα θερέτρου που είχαν τα Θεραπειά για την αστική τάξη αλλά και λόγω της γειτνίασης με τη θερινή πρεσβευτική κατοικία της Γερμανίας.
Οταν οι δυο τους εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Γερμανία, η βίλα περνάει στα χέρια της αιγύπτιας πριγκίπισσας Καντριγιέ και του συζύγου της Μαχμούτ Χαϊρί πασά ενώ το 1932 το δώρισαν στο σχολείο Notre Dame de Sion. To 1973 το συγκρότημα πωλείται στην Bogaziçi Construction and Tourism Corporation μέχρι να καταλήξει στο τουρκικό Δημόσιο το 1985 και να παραχωρηθεί στην Προεδρική Γενική Γραμματεία για να στεγάσει τη θερινή κατοικία που επιθυμούσε ο τότε πρόεδρος Κενάν Εβρέν.
Η βίλα αποτελείται από δύο κτίρια 2.643 τ.μ. που συνδέονται μεταξύ τους με εντυπωσιακή θέα στον Βόσπορο, διαθέτει αρκετούς βοηθητικούς χώρους, θερμοκήπιο και συστάδες δέντρων, ενώ είναι διακοσμημένο με πλήθος αγαλμάτων. Πλαισιώνεται από άλσος 84 στρεμμάτων, αποτελώντας ένας από τους μεγαλύτερους χώρους πρασίνου του Βοσπόρου. Η ανακαίνιση που διέταξε ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ προσέδωσε στην κατοικία μεγαλύτερη αίγλη.
{Πηγή δημοσίευσης: https://www.in.gr/, της Διονυσίας Μαρίνου, 16/3/2022}