Για το όνομα αυτό υπάρχουν δύο εκδοχές:
Α) Από την αιωνόβια βελανιδιά όπου βρισκόταν ο τάφος του Τούρκου Ντεντέ και
Β) από τις βελανιδιές που σκίαζαν την παραλία (ντεντέ-αγατσλάρ)
Το 1871 αποφασίζεται να περάσει ο σιδηρόδρομος από την πόλη, και να υπάρχει στήριξη της πόλης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Έτσι φτάνουν στην πόλη Έλληνες, Αρμένιοι, Τούρκοι, Φραγκολεβαντίνοι, Εβραίοι, Βούλγαροι – έμποροι, τεχνίτες, ναυτικοί και δημιουργούν μια νέα Αλεξάνδρεια, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη.Αρχίζουν να μαζεύονται όλα τα εμπορεύματα της Θράκης στο λιμάνι της πόλη για να προωθηθούν σε άλλες γειτονικές αγορές.
Μέχρι το 1912 στην πόλη υπάρχουν οκτώ προξενεία.
Αργότερα το 1878 το Δεδέ-Αγάτς κατοχυρώνεται στην Ρωσία (με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου), οι νέοι κατακτητές “ανακαινίζουν” την ρυμοτομία της πόλης και την καθιερώνουν (έως και σήμερα) ως μια πόλη, υπόδειγμα ρυμοτομίας, με μεγάλους και φαρδείς κάθετους δρόμους προς την παραλία) και φτιάχνουν και το σήμα κατατεθέν έως και σήμερα της πόλης, τον Φάρο.
Ακόμα και με την βίαιη προσάρτηση της πόλης στην Βουλγαρία το 1885 δεν μπόρεσε να σταματήσει η ανάπτυξη της πόλης, συνεχώς κατασκευάζονται δημόσια έργα, ναοί, σχολεία, νοσοκομείο. Το 1897 η πόλη καλωσορίζει το Οριάν Εξπρές που ενώνει την Θεσσαλονίκη με την Πόλη.
Το 1905 διορίζεται υποπρόξενος στο Δεδέ-Αγάτς, ο Ίωνας Δραγούμης. 1912.
Η πόλη καταλαμβάνεται από βουλγαρικά στρατεύματα και το 1913 παραχωρείτε με την συνθήκη του Βουκουρεστίου, επίσημα στους Βούλγαρους.
Η πόλη σχεδόν ερημώνει από Έλληνες που δεν αντέχουν να βλέπουν να χαλάει ότι αγαπήσανε, οι Βούλγαροι καταστρέφουν μνημεία, αρχεία, ιστορικά και ότι άλλο βρεθεί στο δρόμο τους.
Μετά το τέλος του πρώτου Παγκόσμιου πολέμου αυτοί που έμειναν πανηγυρίζουν την ένωση της Θράκης με την Ελλάδα. (συνθήκη Νεϊγύ, 1919).
Το Δεδέ Αγάτς κυβερνείται προσωρινά από μια Διασυμμαχική Διοίκηση, με κυβερνητικό αντιπρόσωπο τον Χαρίσιο Βάμβακα, συνεργάτη του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος κατορθώνει μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να ενσωματώσει την περιοχή στον Ελληνικό διοικητικό οργανισμό, πριν ακόμη επιδικαστεί στην Ελλάδα.
Μέχρι που έρχεται η 14η ΜΑΙΟΥ 1920 και η απελευθέρωση της πόλης.
Η 9η Μεραρχία Σερρών, η οποία βρισκόταν στην κοιλάδα του Νέστου, με διοικητή τον Επαμεινώνδα Ζυμβρακάκη, θα καταλάβει τις διαβάσεις προς τη Βουλγαρία και θα συγκεντρωθεί στη Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή).
Μια νηοπομπή, από είκοσι δύο φορτηγά πλοία, αποβιβάζει τη Μεραρχία Ξάνθης, με διοικητή το στρατηγό Κωνσταντίνο Μαζαράκη-Αινιάν, στο Δεδέ-Αγάτς.
Η πόλη αποκτά το πρώτο της Ελληνικό όνομα, Νέαπολη, το οποίο όμως δεν θα το κρατήσει για πολύ γιατί οι τοπικές αρχές την ξαναβαφτίζουν ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ προς τιμή του βασιλιά Αλεξάνδρου ο οποίος πηγαίνοντας να απελευθερώσει την Ανδριανούπολη πέρασε από την περιοχή.
Μετά από σύντομο χρονικό διάστημα η Αλεξανδρούπολη προσφέρει στέγη στους διωγμένους από την Σμύρνη, Μικρασιάτες. Μετά την υπογραφή και της συνθήκης της Λωζάνης το 1923 έρχεται η επικύρωση της συνθήκης του Νεϊγύ και η παραχώρηση της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα. (υποχρεώνοντας όμως την άνευ όρων παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στους Τούρκους)
Από εκεί και μετά αρχίζει ξανά η αναγέννηση της Αλεξανδρούπολης με μεγάλους πνευματικούς ηγέτες. (Θεόδωρο Καστανό, Αθανάσιο Σπανό, Αχιλλέα Σαμοθράκη κ.λ.π.)
Η ανάπτυξη συνεχιζόταν μέχρι το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και ξανά την κατοχή της πόλης από τους Βούλγαρους, με καινούργιες καταστροφές και διωγμούς.
Η απελευθέρωση έρχεται με τον πρώτο υφυπουργό Γενικό Διοικητή, Αλέξανδρο Παπαθανάση, και η Αλεξανδρούπολη ξαναβρίσκει το χρώμα και τους ρυθμούς της και μάλιστα εξελίσσετε με γρηγορότερους ρυθμούς.
Άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων συμβάλλουν στην ανοδική πορεία της πόλης και συνεχίζει να αναπτύσσεται έως και σήμερα…
{Πηγή δημοσίευσης: https://www.evros-news.gr/, 14/5/2019}