Η πρόωρη αυτή αποπληρωμή αφορά στα “SDR” (Special Drawing Rights, τα λεγόμενα “Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα”) ύψους 1,510 δισ. Ως γνωστόν, τα SDR είναι το “νόμισμα” -ή μια μορφή “γραμματίου”, αν προτιμά κάποιος- του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Έτσι λοιπόν η Ελλάδα αποφάσισε να αποδώσει προ της καθορισμένης προθεσμίας τους τις δόσεις από τη συνολική της οφειλή προς το ΔΝΤ για την τριετία 2022, 2023 και 2024. Εξαιρουμένης της προσαύξησης βάσει του συμφωνημένου επιτοκίου και με την τρέχουσα ισοτιμία SDR/Ευρώ, η Ελλάδα καταβάλλει στο ΔΝΤ 1,850 δισ. ευρώ.
Υπό μια αμιγώς οικονομική οπτική, η πρόωρη αποπληρωμή είναι η ενδεδειγμένη κίνηση για οποιονδήποτε αποσκοπεί σε δραστική μείωση του κόστους δανεισμού. Με αγοραίους όρους, “είναι ακριβά τα δάνεια του ΔΝΤ”, όπως θα λέγαμε στην καθομιλουμένη -κι αυτό δεν είναι μόνο μία μεταφορά, αλλά ισχύει κατά κυριολεξία. Διότι το μέσο κόστος των δανείων του ΔΝΤ για τη χώρα μας είναι 1,1% έως το 2024. Ωστόσο, στο μεταξύ η Ελλάδα το 2021, λόγω και των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, έχει δημιουργήσει ένα χαρτοφυλάκιο χαμηλότοκων δανείων, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους εξόφλησης.
Μεταξύ αυτών, όπως καλύτερα από όλους γνωρίζουν στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους, για την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμη και τα SDR με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο, ύψους που αντιστοιχεί σε 2,8 δισ. ευρώ περίπου, από τον δανεισμό που διενεργήθηκε σε παγκόσμια κλίμακα στη διάρκεια της περσινής χρονιάς, ειδικά για την αναχαίτιση των οικονομικών παρενεργειών τις οποίες προξένησε η πανδημία.
Επομένως, η αξιοποίηση αυτών των κεφαλαίων για την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ, πρακτικά και πολύ σχηματικά σημαίνει ότι αντικαθιστούμε ένα ακριβό δάνειο με ένα κατά πολύ φθηνότερο. Η κίνηση αυτή αμέσως έχει αντίκτυπο στη γενική εικόνα δανεισμού της Ελλάδας, τεκμηριώνοντας ουσιαστικά και συγκροτημένα την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας.
Ένα άλλο στοιχείο, επίσης εξαιρετικά σημαντικό, είναι ότι η προεξόφληση των δανείων μας προς το ΔΝΤ συμπίπτει με την αποδέσμευση της Ελλάδας από τον Μηχανισμό Ενισχυμένης Εποπτείας, το ελεγκτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η έξοδος θα οριστικοποιηθεί κατόπιν της τελευταίας αξιολόγησης -ουσιαστικά τυπικού χαρακτήρα, η οποία είναι προγραμματισμένη να διενεργηθεί εντός του 2022. Το γεγονός αυτό θα συνδυαστεί περαιτέρω με την ενδεχόμενη εξόφληση, αρχής γενομένης από φέτος, μέρους των διμερών δανείων τα οποία συνήψε η Ελλάδα το 2010 με επιμέρους Ευρωπαίους εταίρους. Κατ’ αυτό τον τρόπο, το μήνυμα ότι η εθνική οικονομία έχει επιστρέψει στην κανονικότητα, θα εκπέμπεται προς πάσα κατεύθυνση και θα είναι πιο ισχυρό από ποτέ άλλοτε -στη μεταπολιτευτική ιστορία, αν μη τι άλλο.
Με την τακτική της πρόωρης αποπληρωμής η Ελλάδα ακολουθεί χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος, οι οποίες είχαν όλες καταφύγει σε μηχανισμούς στήριξης και δανεισμό από το ΔΝΤ τα προηγούμενα χρόνια και κατά τη διάρκεια της κρίσης του Ευρώ. Οι χώρες αυτές, ακριβώς, προχώρησαν σε πρόωρη εξόφληση, εκτιμώντας μεταξύ άλλων ότι η αναβάθμιση του κύρους και της αξιοπιστίας είναι πολύτιμη και μπορεί να εξαργυρωθεί σε προσέλκυση επενδύσεων, ισχυρή τόνωση του ρυθμού ανάπτυξης κ.λπ.
Το ίδιο επιδιώκει -αλλά και σταδιακά πετυχαίνει- η Ελλάδα: Η συμβολική σημασία, ο θετικός αντίκτυπος, το άυλο μα και τόσο απτό κέρδος για την πατρίδα μας υπερβαίνει κάθε οικονομικό δείκτη και κάθε απόπειρα μετάφρασης σε αριθμούς του πολλαπλού και πολυδιάστατου οφέλους. Εν τέλει η εξόφληση των δανείων και η οριστική αποδέσμευση από το ΔΝΤ, είναι ξεκάθαρη απόδειξη ότι γυρίσαμε σελίδα, ότι ανεβάζουμε ταχύτητα και, ταυτόχρονα αποτελεί επίσης τον πιο ευδιάκριτο οιωνό ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας και κατά συνέπεια της χώρας είναι εξαιρετικά ευοίωνες.
Με δεδομένο πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδωσε το σήμα του τέλους της ποσοτικής χαλάρωσης και οι αγορές αυξάνουν το κόστος δανεισμού, η σημασία των κινήσεων αυτών είναι κάτι περισσότερο από συμβολικές. Διασφαλίζουν την ανεξαρτησία – νομισματική και δημοσιονομική – που θεωρείται αναγκαία καθώς βγαίνουμε από την παγκόσμια υγειονομική κρίση και επιστρέφουμε στην πραγματικότητα.
Παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων ετών, η Ελλάδα αλλάζει και κοιτάζει το μέλλον με αισιοδοξία. Ένα μέλλον με επενδύσεις, με βαθιές μεταρρυθμίσεις, με ευημερία για τους πολίτες, με ευοίωνες προοπτικές για τους νέους.
{Πηγή δημοσίευσης: https://www.capital.gr/, του Χάρη Θεοχάρη, Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου της ΝΔ, 15/2/2022}